Tuesday, November 14, 2006

Αναστολή της λειτουργίας του Οργανισμού Παιδικών και Εφηβικών Βιβλιοθηκών


Μόλις προ ολίγου διάβασα την παρακάτω είδηση και δεν μπορώ παρά να καταθέσω τον έντονο προβληματισμό μου για το γεγονός.
Ζούμε σε μια ευρωπαϊκή χώρα που έτσι κι αλλιώς διαθέτει ελάχιστες βιβλιοθήκες σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αν και αύτές κλείσουν, τότε...
Είναι καλά κι όμορφα να διαβάζουμε λίστες με τα ευπώλητα, αλλά ας μην ξεχνάμε πως για να υπάρχουν βιβλία που θα τα αγοράζουνε πολλοί ή λίγοι, θα πρέπει πρώτα απ΄ όλα να υπάρχει αναγνωστικό κοινό. Και οι αναγνωστικές συνηθείες ξεκινάνε από την παιδική ηλικία.
Ας διμαρτυρηθούμε όλοι -επιτέλους υπάρχουν και θέματα πέρα από αυτά που αφορούν την τσέπη μας, που αξίζει να μας απασχολούνε


Την αναστολή της λειτουργίας του Οργανισμού Παιδικών και Εφηβικών Βιβλιοθηκών, εξαιτίας οικονομικών προβλημάτων, ανακοίνωσε τη Δευτέρα 13 Νοεμβρίου η πρόεδρός του Αιμιλία Γερουλάνου.
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι μπαίνει «λουκέτο» σε 28 παιδικές βιβλιοθήκες, σε όλη τη χώρα, παρά συνηθισμένες δημόσιες δηλώσεις επισήμων για τη σπουδαιότητα του βιβλίου στην ανατροφή των παιδιών.
Σύμφωνα με την κ. Γερουλάνου, ο Οργανισμός αδυνατεί να καταβάλει τα δεδουλευμένα των υπαλλήλων του και τα κοινόχρηστα των τελευταίων πέντε μηνών, καθώς τους τελευταίους μήνες δεν έχει λάβει κρατική ενίσχυση.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το υπουργείο Παιδείας καθυστερεί να διορίσει τέσσερα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και έτσι δεν υπάρχει δυνατότητα αίτησης για την ετήσια επιχορήγηση.
Όσο για τα χρέη προς το ΙΚΑ, ο οργανισμός ζήτησε ευνοϊκή μεταχείριση («διακανονισμό που γίνεται σε ποδοσφαιρικές ομάδες και τεχνικές εταιρείες»), αλλά το αίτημα δεν έγινε δεκτό.
Σύμφωνα με το Βήμα, ο Oργανισμός έχει αναζητήσει υποστηρικτές και στον ιδιωτικό τομέα και ήδη έχουν βρεθεί έξι χορηγοί που υιοθέτησαν ισάριθμες βιβλιοθήκες. Ωστόσο, χωρίς τη στήριξη του υπουργείου Παιδείας δεν μπορούν να επαναλειτουργήσουν οι βιβλιοθήκες που έκλεισαν.
Ο Oργανισμός Παιδικών και Εφηβικών Βιβλιοθηκών ιδρύθηκε το 1979 και από τα τελευταία στοιχεία προκύπτει πως κατά μέσον όρο 2.400 παιδιά την ημέρα ζητούσαν να εξυπηρετηθούν από αυτόν, και μάλιστα σε περιοχές όπου η πρόσβαση στο βιβλίο δεν είναι αυτονόητη (Κύθηρα, Σέρρες, Ηλεία, Καρδίτσα).
«Είναι κρίμα που αναστέλλουμε τη λειτουργία μας όταν τα λειτουργικά έξοδα για τις 28 βιβλιοθήκες δεν ξεπερνούν τις 700.000 ευρώ» επισήμανε η κ. Γερουλάνου.

Thursday, November 09, 2006

Λογοτεχνία και Ιδεολογία

Το 1979 κυκλοφόρησε από τον Καστανιώτη το πρώτο μου βιβλίο. Ήταν το παραμύθι «Κάποτε στην Ποντικούπολη» και ως θέμα του είχε την απεργία των εργαζομένων (ποντικιών) σε ένα εργοστάσιο τυριών.
Ήταν ένα βιβλίο που πολύ συζητήθηκε. Όχι μόνο και τόσο γιατί ήταν μια πολύ όμορφη και ακριβή έκδοση (το πρώτο παιδικό βιβλίο που κοστολογήθηκε… 250 δρχ), ούτε μόνο και τόσο για τις εντυπωσιακές εικόνες του πρωτοεμφανιζόμενου ως εικονογράφου, Αντώνη Καλαμάρα. Αλλά κυρίως λόγω του θέματός του. Αντιρρήσεις εκφράστηκαν από εκπροσώπους διαφόρων πολιτικών πεποιθήσεων για το κατά πόσο είναι πρέπον να μιλά κανείς στα παιδιά για θέματα τέτοιου είδους όπως η απεργία. Διαμαρτυρίες και καταγγελίες δημοσιεύτηκαν σε έγκυρα πολιτικά περιοδικά. Με κατηγορούσαν πως μαθαίνω στα παιδιά αντικοινωνικές συμπεριφορές. Αλλά και αρκετοί ήταν κι εκείνοι που πίστευαν –μαζί με μένα- πως «… Σ΄ ένα παιδί μπορείς να τα λες όλα. Από τα παιδιά δεν πρέπει τίποτε να κρύβει κανείς με τη δικαιολογία πως είναι μικρά κι είναι νωρίς γι΄ αυτά να ξέρουν –τι θλιβερή κι άτυχη σκέψη!» (Φ. Ντοστογιέφσκι ¨Ο Ηλίθιος¨)
Πίστευα πως ένας συγγραφέας είτε γράφει για μεγάλους, είτε για παιδιά, πάντα πρέπει τα κείμενά του να διαπνέονται από την ιδεολογία του. Και την επιλογή των θεμάτων του ένας συγγραφέας την κάνει (συνειδητά ή αυθόρμητα) σύμφωνα με την ιδεολογία του. Όπως άλλωστε έχει πει και ο Παντελής Καλιότσος «Ο συγγραφέας που γράφει για παιδιά μπορεί να λογοκρίνει τις λέξεις του, όχι όμως και τα θέματά του».
Ναι, πιστεύω μου ήταν –και είναι- πως τα παιδιά είναι πολίτες του κόσμου. Και σαν τέτοιοι δέχονται τα μηνύματά του, επηρεάζονται από τις συνθήκες του, δημιουργούν και αυτά, είτε το θέλουμε είτε όχι, τις απόψεις τους και τις κρίσεις τους.
Εκείνη την εποχή –αμέσως μετά την μεταπολίτευση- η πολιτικοποιημένη σκέψη ήταν εν ενεργεία και ασφαλώς δεν ήμουνα μήτε ο μόνος, ούτε και ο πρώτος που είχε γράψει παιδικό βιβλίο βασισμένο στην αριστερή ιδεολογία του (πρόχειρα και ενδεικτικά αναφέρω τη Ζέη, τη Σαρρή, τη Μάρα)
Στα χρόνια που ακολούθησαν η παιδική λογοτεχνία άνθισε και ποσοτικά και ποιοτικά, άρχισαν να δημοσιοποιούνται αναλύσεις των έργων της. Αλλά καθώς η πολιτικοποιημένη σκέψη υποχωρούσε και γρήγορα, σχεδόν ολοκληρωτικά, αντικαταστάθηκε με την κομματική τοποθέτηση, οι αναλύσεις των έργων μένανε μόνο στη θεματική τους και στην τεχνική τους. Κανένας μελετητής ή κριτικός δεν ανέλυε την ιδεολογική τοποθέτηση του κειμένου. Κι όταν πια φτάσαμε στον αφορισμό «δεξιά και αριστερά το ίδιο είναι», τότε πλέον όλοι μας λησμονήσαμε τη στενή σχέση που συνδέει το πιστεύω μας με το έργο μας.
Αλλά ο συγγραφέας δεν πρέπει να ξεχνά την ιδεολογία του όπως βέβαια και τους τρόπους που αυτή υιοθετεί για να εφαρμόσει τα οράματά της.
Από αυτή –αλλά και όχι μόνο- τη σκοπιά θεωρώ ιδιαιτέρως επίκαιρο το βιβλίο «Μιλώντας στα παιδιά μου για την Αριστερά» του Henri Weber (μετάφραση: Νίκη Μίγγα, επιμέλεια: Έφη Αμιλήτου – Δήμητρα Τουλάτου. Εκδόσεις Πόλις).
O Weber μέλος του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, με έντονη πολιτικοποιημένη δράση, είχε την φαεινή ιδέα να γράψει ένα κείμενο που παρουσιάζει τις διαφορές Δεξιάς και Αριστερής πολιτικής σκέψης και πράξης με τρόπο πολύ απλό, τόσο απλό ώστε να γίνει κατανοητός από τον απλό πολίτη, ακόμα και από ένα έφηβο. Άλλωστε με τη μορφή συζήτησης του συγγραφέα και των δυο παιδιών του, οι προβληματισμοί καταγράφονται στο εν λόγω βιβλίο.
Ο Weber επισημαίνει : «… η αριστερά και η δεξιά δεν είναι παγιωμένες πραγματικότητες, τις οποίες θα μπορούσαμε να περιγράψουμε μια γι απάντα. Είναι πραγματικότητες που εξελίσσονται μέσα σε έναν κόσμο που και ο ίδιος αλλάζει».
Τόσο ως άτομο, όσο και ως συγγραφέας ποτέ δεν έκρυψα την αριστερή μου τοποθέτηση, όπως και ποτέ δεν εντάχθηκα σε κάποιο συγκεκριμένο κόμμα. Θέλησα να κρατήσω την ανεξαρτησία μου, έτσι ώστε να μπορώ κι εγώ (στο μέτρο του δυνατού) να εξελίσσομαι μέσα σε έναν κόσμο που και ο ίδιος αλλάζει .
Αλλά αυτό δε σημαίνει πως δεν αποδοκίμασα έργα με αριστερή τοποθέτηση που όμως δεν ήταν ποιοτικά ως προς τη λογοτεχνική τους ταυτότητα. Όπως επίσης και υποστήριξα έργα που αν και με δεξιά τοποθέτηση, είχαν άρτια λογοτεχνική ενσάρκωση.
Θέλω να δύνεται η ευκαιρία στους αναγνώστες –και κυρίως σε αυτούς που είναι παιδιά ή έφηβοι- να προβληματίζονται πάνω στις ιδεολογικές προσεγγίσεις των ζητημάτων που τους απασχολούν και μόνοι τους κάποια στιγμή να τοποθετούνται.
Αλλά είναι νομίζω ευθύνη όλων όσων από εμάς ασχολούνται με τη λογοτεχνία και κυρίως την παιδική / εφηβική, να μην ξεχνάμε πως ακόμα και σήμερα –ή πιο σωστά- κυρίως σήμερα, την εποχή της παγκοσμιοποίησης, πως υπάρχει πάντα ο διαχωρισμός δεξιάς και αριστερής σκέψης και πράξης.
Ο ίδιος ο Weber κλείνει τη συζήτηση με τις δυο του κόρες ως εξής: «Η αριστερά είναι η μαμμή της δημοκρατίας. Είναι μια δύναμη που επαγρυπνά διαρκώς ώστε να μη θιγεί η δημοκρατία και είναι έτοιμη κάθε στιγμή να κινητοποιηθεί για να την υπερασπιστεί* που μεριμνά για το δυνάμωμα, την επέκταση και την εμβάθυνσή της. Η δεξιά είναι η δύναμη που φοβάται ότι αυτή η τάση εξισωτισμού θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην ελευθερία, την αυτονομία των ατόμων (και όχι μόνο για τα προνόμια των κατεχόντων). Είναι συνεπώς αυτή που νοιάζεται για την υπεράσπιση των ατομικών ελευθεριών ενάντια στους καταναγκασμούς που επιβάλλονται από την πορεία προς όλο και περισσότερη πραγματική ισότητα».
Ειλικρινά θα ήθελα να υπήρχε ένα αντίστοιχο βιβλίο, γραμμένο με τρόπο απλό, αλλά και με διάθεση κατανόησης της αντίθετης άποψης, που ως τίτλο του θα είχε «Μιλώντας στα παιδιά μου για τη Δεξιά»
Ίσως τότε το αίτημά μου να κατανοούν οι αναγνώστες την ιδεολογική τοποθέτηση του κειμένου να μπορούσε με περισσότερη σαφήνεια να χρησιμοποιηθεί και από αυτούς που γράφουν και από αυτούς που κρίνουν και μελετάνε την παιδική / εφηβική λογοτεχνία.. Και –γιατί όχι;- να γίνει μια συζήτηση σχετικά με την δεξιά ή αριστερή ιδεολογική τοποθέτηση ακόμα και συγγραφέων κλασικών, όπως για παράδειγμα ο Άντερσεν και ο Κάρολ, ο Εξυπερύ, μα και ο Αίσωπος.

(δημοσιεύτηκε με τον τίτλο "Ιδεολογία και βιβλίο για παιδιά" στο περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ, τεύχος Νο 468, Νοε. 2006)

Monday, November 06, 2006

Βραβεία Παιδικής Λογοτεχνίας 2004 - Μια εισήγηση

"Μια ιστορία του Φιοντόρ", Μάνος Κοντολέων

Εισήγηση του μέλους της Επιτροπής Κρατικών Βραβείων, Ανδρέα Καρακίτσιου, καθηγητή Π. Λ. στο Α.Π.Θ

Ένα μυθιστόρημα με θέμα την μετανάστευση, θέμα σαφέστατα επίκαιρο και μάλλον πρόσφορο και ελκυστικό στην παιδική πεζογραφία. Οι συγγραφείς της τελευταίας δείχνουν μια αξιοθαύμαστη ταχύτητα αντίδρασης και αμεσότητα ανακλαστικών σε σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα, πράγμα που δεν χαρακτηρίζει τους συγγραφείς της λογοτεχνία για μεγάλους.
Υπάρχει ήδη μια πληθώρα παιδικών μυθιστορημάτων ( περίπου 30)με θέμα τη μετανάστευση. Η ιδιαιτερότητα αυτού του μυθιστορήματος έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι συνολικά και ειδικά απομακρύνεται από τα γνωστά κλισέ της παιδικής μυθιστοριογραφίας. Πρώτα- πρώτα η ανάπτυξη του μύθου και το στήσιμό του αποποιείται των απλών παραδοσιακών αφηγηματικών τεχνικών που τόσο στερεότυπα βλέπουμε να εμφανίζονται γενικά στην παιδική πεζογραφία, δηλαδή απλούστευση του θέματος, τριτοπρόσωπη παντογνωστική αφήγηση, απλοποίηση αναλύσεων, προσεγγίσεων και αναπαραστάσεων της κοινωνικής πραγματικότητας, αποφυγή επώδυνων σκηνών και εικόνων και μια γενικότερη διάθεση να αποσιωπηθούν και να στρογγυλευτούν τα δύσκολα και τα επώδυνα.
Είναι λοιπόν καταλυτική η παρουσία τεχνικών αφήγησης, όπως η πρωτοπρόσωπη αφήγηση που επιβάλλει ταυτόχρονα την εσωτερική οπτική γωνία, κάτι που επιτρέπει μια πολυπρισματική και πολυδιάστατη αφήγηση των γεγονότων και των επεισοδίων που σημαδεύουν την λογοτεχνική αναπαράσταση ενός κόσμου γεμάτο αληθοφάνεια και ρεαλισμό. Είναι από τις σπάνιες φορές που η τεχνική της αληθοφάνειας και της αυθεντικοποίησης εφαρμόζεται με τέτοια επιτυχία. Ονόματα αυθεντικά, φράσεις αυθεντικές, διάλογοι στη γλώσσα καταγωγής των ηρώων, παρελαύνουν στις σελίδες του μυθιστορήματος.
Εντυπωσιάζει επίσης η αυθεντικότητα των ηρώων, η πειστικότητα των χαρακτήρων, οι σκέψεις τους και η συμπεριφορά τους συμβαδίζουν με την πραγματικότητα. Το κυρίαρχο θέμα της μετανάστευσης αναδύεται με φυσικό και αβίαστο τρόπο και ξεπερνάει τις περιπέτειες των ηρώων. Υπάρχει ένας ρεαλιστικός μανδύας τον οποίον υπηρετούν οι αναπαραστάσεις του κόσμου της ελληνικής επαρχίας με τις ιδιαιτερότητές, τις μικρότητες και τις μικροπρέπειες. Αποφεύγονται συνειδητά εξωραϊσμοί και απλοποιήσεις και λογικές τύπου happy end. Στην ουσία ανατρέπεται η στερεότυπη εικόνα του «ανοιχτού» ή φιλικού έλληνα απέναντι στον μετανάστη και αποτυπώνεται με απλότητα όλη η κρυφή και αθέατη πλευρά της ανέτοιμης ουσιαστικά ελληνικής κοινωνίας να δεχτεί τον «άλλο» .
Ειδικό σχολιασμό απαιτεί η σύνδεση του τίτλου με τον απόηχο γνωστού ρώσικου μυθιστορήματος.